Αθάνατο ελληνικό δαιμόνιο… «Το επιχειρείν εστί φιλοσοφείν». Στην Ελλάδα το μετατρέψαμε σε «επιχειρείν εστί κλέπτειν»! Τελικά δεν είμαστε λαός. Είμαστε άξιοι ό,τι κι αν μας συμβεί, όπως κι αν μας συμβεί. Έχω αρχίσει να τρελαίνομαι με όλα αυτά τα απίθανα που συμβαίνουν γύρω μου. Σε όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου, ακόμη και στην Τουρκία, όταν η χώρα έχει πρόβλημα, όλοι συστρατεύονται για το κοινό καλό. Όλοι προσπαθούν να βοηθήσουν, να βάλουν πλάτη, να ενισχύσουν την πατρίδα.
Εδώ δυστυχώς συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Την ώρα της κρίσης ο καθένας προσπαθεί να σώσει το τομάρι του και η γενική τάση που επικρατεί είναι «όσα φάμε και όσα πιάσει ο κώλος μας!».
Τι εννοώ; Εδώ και εβδομάδες δίνω πραγματική μάχη όπου κι αν πάω, και κυρίως στα μεγάλα και δήθεν καλά μαγαζιά, για να πάρω απόδειξη. Το οξύμωρο είναι ότι στα κουτουκάκια, στο περίπτερο της γειτονιάς μου, στα μικρά μπαράκια, εκεί ρε παιδί μου όπου ο κόσμος και οι επιχειρηματίες φαίνεται ότι δυσκολεύονται, κατευθείαν, χωρίς καν να τη ζητήσω, μου δίνουν το μαγικό χαρτάκι και είναι και κύριοι. Το απίστευτο συμβαίνει στα μεγάλα μαγαζιά. Μου κάνει τρομερή εντύπωση. ΟΚ, δεν λέω ότι με ξέρει όλη η Ελλάδα, αλλά εν πάση περιπτώσει κάνω μια δουλειά, έχω ένα περιοδικό για την πόλη, είμαι ένας άνθρωπος που κυκλοφορώ. Αν λοιπόν σε εμένα δεν κόβουν αποδείξεις, φανταστείτε τι γίνεται με τον απλό κόσμο. Σας μιλάω για πραγματικό μακελειό. Το τραγικό της ιστορίας είναι ότι εγώ τους «γράφω» κανονικά και λέω «προσέξτε, σας παρακαλώ πολύ, με τα ρέστα φέρτε μου και την απόδειξη». Παρατηρώ όμως ότι πολλοί άλλοι γύρω μου ντρέπονται να τη ζητήσουν. Γιατί, ρε καρντάσια; Ο κύριος που σας προσφέρει το ποτό με €10 και €15, σας έχει και μετόχους στο μαγαζί; Δεν καταλαβαίνετε ότι όσο εσείς δεν ζητάτε απόδειξη, αυτοί οι συγκεκριμένοι θα αισχροκερδούν εις βάρος πρώτα του πελάτη και μετά εις βάρος της χώρας;
Εδώ έχω να σας πω μια ιστορία πραγματικά απίστευτη. Έχω πάει για φαγητό σε ένα από τα καλύτερα εστιατόρια της πόλης και, παιδιά, αν είναι δυνατόν, ήμασταν 4 άνθρωποι. Έγινε ένας λογαριασμός €50 το κεφάλι (δεν την ξανακάνω αυτή τη μαλακία!) και μόλις έρχεται η ώρα να πληρώσω δίνω την κάρτα μου και μου φέρνουν ψεύτικο λογαριασμό. Εν τω μεταξύ, οι αληταράδες, στο παραγγελιόχαρτο που μου το πλάσαραν ως λογαριασμό, θα έπρεπε επάνω να γράφεται με έντονα γράμματα, με βάση αυτά που λέει ο νόμος, ότι «το παρόν δεν αποτελεί απόδειξη». Αποτέλεσμα; Προς στιγμή την «τρώω» και τους πίστεψα ότι αυτός είναι ο λογαριασμός. Έλα όμως που το γατόνι ο φίλος μου μού λέει να διαβάσω το χαρτί, να δω αν γράφει «νόμιμη απόδειξη». Φυσικά, δεν έγραφε. Τους φωνάζω λοιπόν και τους λέω «Ρε σεις, τι είναι αυτό που φέρατε;». «Ναι, με συγχωρείτε, κάναμε λάθος, δεν το καταλάβαμε…». Να σας πω κάτι; Δεν φταίνε τα παιδιά αλλά το κάθαρμα ο επιχειρηματίας, ο οποίος κοροϊδεύει και τον πελάτη του αλλά και το κράτος.
Εγώ λοιπόν τους προειδοποιώ και τους λέω «να κι αν βάλετε διαφήμιση, να κι αν δεν βάλετε». Την επόμενη φορά που θα πάω σε μαγαζί και δεν θα κόψει νόμιμη απόδειξη θα σας δώσω στεγνά. Θα κρατήσω το πατσαβουρόχαρτο που θα μου δώσετε και θα σας κάνω ρόμπα στο πανελλήνιο. Γιατί; Γιατί, ρε καθίκια, εμείς οι υπόλοιποι δεν είμαστε μαλάκες που πληρώνουμε τον ΦΠΑ, που πληρώνουμε τον κόσμο, που κόβουμε αποδείξεις, που χαμηλώνουμε τις τιμές, που τέλος πάντων κάνουμε ό,τι μπορούμε και για την αξιοπρέπειά μας, αλλά και για τη χώρα. Όσο για εσάς τους αναγνώστες που δεν ζητάτε αποδείξεις, έχετε ακριβώς την ίδια ευθύνη που έχει και ο μαγαζάτορας που δεν την κόβει. Εσείς του δίνετε το δικαίωμα αυτό. Εγώ, δηλαδή, που ζητάω τι είμαι; Γύφτος, βλάκας, περίεργος; Δυστυχώς σε αυτή τη χώρα φτάσαμε να ποινικοποιούμε ακόμη και το δίκιο του απλού πολίτη.
Εδώ δυστυχώς συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Την ώρα της κρίσης ο καθένας προσπαθεί να σώσει το τομάρι του και η γενική τάση που επικρατεί είναι «όσα φάμε και όσα πιάσει ο κώλος μας!».
Τι εννοώ; Εδώ και εβδομάδες δίνω πραγματική μάχη όπου κι αν πάω, και κυρίως στα μεγάλα και δήθεν καλά μαγαζιά, για να πάρω απόδειξη. Το οξύμωρο είναι ότι στα κουτουκάκια, στο περίπτερο της γειτονιάς μου, στα μικρά μπαράκια, εκεί ρε παιδί μου όπου ο κόσμος και οι επιχειρηματίες φαίνεται ότι δυσκολεύονται, κατευθείαν, χωρίς καν να τη ζητήσω, μου δίνουν το μαγικό χαρτάκι και είναι και κύριοι. Το απίστευτο συμβαίνει στα μεγάλα μαγαζιά. Μου κάνει τρομερή εντύπωση. ΟΚ, δεν λέω ότι με ξέρει όλη η Ελλάδα, αλλά εν πάση περιπτώσει κάνω μια δουλειά, έχω ένα περιοδικό για την πόλη, είμαι ένας άνθρωπος που κυκλοφορώ. Αν λοιπόν σε εμένα δεν κόβουν αποδείξεις, φανταστείτε τι γίνεται με τον απλό κόσμο. Σας μιλάω για πραγματικό μακελειό. Το τραγικό της ιστορίας είναι ότι εγώ τους «γράφω» κανονικά και λέω «προσέξτε, σας παρακαλώ πολύ, με τα ρέστα φέρτε μου και την απόδειξη». Παρατηρώ όμως ότι πολλοί άλλοι γύρω μου ντρέπονται να τη ζητήσουν. Γιατί, ρε καρντάσια; Ο κύριος που σας προσφέρει το ποτό με €10 και €15, σας έχει και μετόχους στο μαγαζί; Δεν καταλαβαίνετε ότι όσο εσείς δεν ζητάτε απόδειξη, αυτοί οι συγκεκριμένοι θα αισχροκερδούν εις βάρος πρώτα του πελάτη και μετά εις βάρος της χώρας;
Εδώ έχω να σας πω μια ιστορία πραγματικά απίστευτη. Έχω πάει για φαγητό σε ένα από τα καλύτερα εστιατόρια της πόλης και, παιδιά, αν είναι δυνατόν, ήμασταν 4 άνθρωποι. Έγινε ένας λογαριασμός €50 το κεφάλι (δεν την ξανακάνω αυτή τη μαλακία!) και μόλις έρχεται η ώρα να πληρώσω δίνω την κάρτα μου και μου φέρνουν ψεύτικο λογαριασμό. Εν τω μεταξύ, οι αληταράδες, στο παραγγελιόχαρτο που μου το πλάσαραν ως λογαριασμό, θα έπρεπε επάνω να γράφεται με έντονα γράμματα, με βάση αυτά που λέει ο νόμος, ότι «το παρόν δεν αποτελεί απόδειξη». Αποτέλεσμα; Προς στιγμή την «τρώω» και τους πίστεψα ότι αυτός είναι ο λογαριασμός. Έλα όμως που το γατόνι ο φίλος μου μού λέει να διαβάσω το χαρτί, να δω αν γράφει «νόμιμη απόδειξη». Φυσικά, δεν έγραφε. Τους φωνάζω λοιπόν και τους λέω «Ρε σεις, τι είναι αυτό που φέρατε;». «Ναι, με συγχωρείτε, κάναμε λάθος, δεν το καταλάβαμε…». Να σας πω κάτι; Δεν φταίνε τα παιδιά αλλά το κάθαρμα ο επιχειρηματίας, ο οποίος κοροϊδεύει και τον πελάτη του αλλά και το κράτος.
Εγώ λοιπόν τους προειδοποιώ και τους λέω «να κι αν βάλετε διαφήμιση, να κι αν δεν βάλετε». Την επόμενη φορά που θα πάω σε μαγαζί και δεν θα κόψει νόμιμη απόδειξη θα σας δώσω στεγνά. Θα κρατήσω το πατσαβουρόχαρτο που θα μου δώσετε και θα σας κάνω ρόμπα στο πανελλήνιο. Γιατί; Γιατί, ρε καθίκια, εμείς οι υπόλοιποι δεν είμαστε μαλάκες που πληρώνουμε τον ΦΠΑ, που πληρώνουμε τον κόσμο, που κόβουμε αποδείξεις, που χαμηλώνουμε τις τιμές, που τέλος πάντων κάνουμε ό,τι μπορούμε και για την αξιοπρέπειά μας, αλλά και για τη χώρα. Όσο για εσάς τους αναγνώστες που δεν ζητάτε αποδείξεις, έχετε ακριβώς την ίδια ευθύνη που έχει και ο μαγαζάτορας που δεν την κόβει. Εσείς του δίνετε το δικαίωμα αυτό. Εγώ, δηλαδή, που ζητάω τι είμαι; Γύφτος, βλάκας, περίεργος; Δυστυχώς σε αυτή τη χώρα φτάσαμε να ποινικοποιούμε ακόμη και το δίκιο του απλού πολίτη.